Site icon dacappo.gr

Μανόλης Αναγνωστάκης “Η μελωδία της ήττας και της μνήμης”

Μανόλης Αναγνωστάκης “Η μελωδία της ήττας και της μνήμης”
Πώς η ποίηση του Μανόλη Αναγνωστάκη βρήκε φωνή μέσα από τη μουσική

γράφει ο Μωυσης Ασερ

Υπάρχουν ποιητές που βγαίνουν προς τα έξω, και ποιητές που αποσύρονται προς τα μέσα. Ο Μανόλης Αναγνωστάκης ανήκει στη δεύτερη, σπάνια κατηγορία. Με λόγο δωρικό, σκοτεινό, συχνά υπαινικτικό, κατέγραψε την ήττα, την απογοήτευση, τη συντροφικότητα, την απώλεια και τη μνήμη μιας γενιάς που φορτώθηκε βάρη μεγαλύτερα από την ηλικία της. Γεννήθηκε μέσα στην Ιστορία και κουβάλησε τη σκιά της μέχρι το τέλος.

Κι όμως — σχεδόν παράδοξα — η ποίηση αυτού του χαμηλόφωνου ανθρώπου έγινε τραγούδιΌχι περιστασιακά. Όχι τυχαία.
Αλλά μέσα από μια διαδρομή πέντε δεκαετιών, όπου τη φωνή του την πήραν Μίκης Θεοδωράκης, Μιχάλης Γρηγορίου, Θάνος Μικρούτσικος, Γιάννης Μαρκόπουλος, Δημήτρης Παπαδημητρίου, καθώς και άλλοι νεότεροι δημιουργοί. 
Αυτό το άρθρο επιχειρεί να φωτίσει αυτή την παράλληλη ιστορία: το πώς η σιωπή του Αναγνωστάκη μετατράπηκε σε μουσική.


Ο Μίκης Θεοδωράκης ανοίγει τον δρόμο (1973-74)

Το 1974, λίγο πριν την πτώση της δικτατορίας, ο Θεοδωράκης, αυτοεξόριστος στο Παρίσι, συναντά για πρώτη φορά στη μουσική τον Αναγνωστάκη. Στην Αρκαδία VIII μελοποιεί δύο ποιήματα: Μιλώ, Χάρης

Η μελοποίηση είναι χαμηλόφωνη, καθαρή, σχεδόν συνομιλητική. Δεν ανήκει στην «ηρωϊκή» περίοδο του Θεοδωράκη· μοιάζει περισσότερο με μια εσωτερική εξομολόγηση. Την ίδια εποχή, αλλά δισκογραφημένη το 1974, κυκλοφορεί στην Paredon Records (ΗΠΑ/Καναδάς) η πρώτη καταγεγραμμένη εκτέλεση του: Δρόμοι παλιοί — πιάνο και φωνή, από τον ίδιο τον Θεοδωράκη. Αυτή η εκδοχή είναι σχεδόν συγκλονιστικά γυμνή. Ο συνθέτης και ο ποιητής σαν να συναντιούνται σε ένα ημισκότεινο δωμάτιο, χωρίς ανάσες τρίτων.

Με την επιστροφή του στην Ελλάδα, ο Θεοδωράκης ηχογραφεί ξανά Μιλώ και Χάρη με τη Μαρία Φαραντούρη, και το Μιλώ με τη φωνή του Αντώνη Καλογιάννη στο LP Νύχτα Θανάτου με ενορχήστρωση του Κώστα Κλάββα.

 

Την ίδια περίπου εποχή (1975) στον δισκο “Τα τραγούδια της Εξορίας” ο Μίκης Θεοδωράκης επιστρέφει στον Αναγνωστάκη μέσα από έναν δίσκο σχεδόν «ενδιάμεσο» στην ιστορική στιγμή σε ερμηνεία του Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Ανάμεσα στα τραγούδια της φυλακής και των τόπων εξορίας, ο Θεοδωράκης ενσωματώνει τέσσερα ποιήματα του Αναγνωστάκη, που γίνονται μικρές νησίδες εσωτερικότητας μέσα σε έναν δίσκο φορτισμένο πολιτικά. O Αναγνωστάκης δεν συναντά τον μεγαλοπρεπή Θεοδωράκη, τον Θεοδωράκη της πίκρας, της μνήμης, της απώλειας.
Ο Παπακωνσταντίνου τραγουδά τα ποιήματα με νεανική, άγρια ενέργεια —σαν να κουβαλάει στις λέξεις μια γενιά που βγαίνει από τη σκιά. 
Τα Τραγούδια της Εξορίας λειτουργούν έτσι ως γέφυρα μοιάζουν να δείχνουν τον δρόμο προς τις Μπαλάντες, αλλά με έναν τόνο πιο ωμό, πιο άμεσο, πιο ιστορικό. Έφτασες αργά, Δεν έφταιγε ο ίδιος, Ήτανε νέοι, Κάθε πρωί, Κάθε πρωί

Οι Μπαλάντες (1975): Το πρώτο μεγάλο μουσικό πορτρέτο του Αναγνωστάκη

Το 1975 κυκλοφορεί ο πρώτος μεγάλος μουσικός κύκλος αποκλειστικά αφιερωμένος στην ποίηση του Αναγνωστάκη. Αν και δεν έχουν σχέση με «μπαλάντες» όπως τις αντιλαμβανόμαστε σήμερα, είναι ενδοσκοπικά τραγούδια βαθιάς ματιάς. Ερμηνευτές: Μαργαρίτα Ζορμπαλά και Πέτρος Πανδής

Οι Μπαλάντες αποτελούνται από 9 ποιήματα, όπου η ανθρώπινη φθορά, η μοναξιά, η μικρή καθημερινότητα και η μνήμη χτίζουν μια ενιαία δραματουργία. Τραγούδια όπως: Το ναυάγιο, Κάτω απ’ τα ρούχα μου, Μες στην κλειστή μοναξιά μου, Όλα έχουν αποδελτιωθεί, Δρόμοι παλιοί κ.α. Το 2007, ο κύκλος ξαναζεί με τη Φαραντούρη στην θέση της Ζορμπαλά και ενορχήστρωση του Σταύρου Ξαρχάκου, αποδεικνύοντας ότι η μουσική μπορεί να ξαναδιαβάζει την ποίηση χωρίς να τη φθείρει.


Η Αγάπη Είναι ο Φόβος (1980) έργο του Μιχάλη Γρηγορίου

Το 1980, ο Μιχάλης Γρηγορίου συνθέτει έναν κύκλο που πολλοί θεωρούν την πιο λεπτή, βαθιά και ποιητικά εύστοχη μουσική ανάγνωση του Αναγνωστάκη.  Ο δίσκος Η Αγάπη Είναι ο Φόβος, με ερμηνείες από τη Μαρία Φαραντούρη και τον Γιάννη Κούτρας είναι μια κατάδυση στα εσωτερικά πεδία του ποιητή. Ο Γρηγορίου δεν «μελοποιεί» —ακούει και μετατρέπει την ακρόαση σε μουσική.

Ποιήματα όπως Η αγάπη είναι ο φόβος, Τοπίο, Φίλοι που φεύγουν, Μια ημερομηνία πριν από χρόνια, Όταν σφυρίζουν τα πλοία κ.α. αποκαλύπτουν έναν Αναγνωστάκη που δεν είναι πια ο ποιητής της πολιτικής τραγωδίας, αλλά ο ποιητής της ανθρώπινης απώλειας.


Μικρούτσικος – Μαρκόπουλος – Παπαδημητρίου: Τρεις διάλογοι μετά τον Αναγνωστάκη

Μετά τον Θεοδωράκη και τον Γρηγορίου, η ποίηση του Αναγνωστάκη συνεχίζει να βρίσκει μουσική κατοικία. Θάνος Μικρούτσικος στα Τραγούδια της Λευτεριάς, με τη φωνή της Μαρίας Δημητριάδη μελοποιεί δυο τραγούδια Κι ήθελε ακόμη, Όταν αποχαιρέτησα τους φίλους μου Η πολιτική διάσταση είναι υπόγεια αλλά αναγνωρίσιμη.

Ο Γιάννης Μαρκόπουλος Στο CD Οι Φίλοι που Φεύγουν τρία ποιήματα διαβάζονται μέσα από το δωρικό, καθαρό σύμπαν του Μαρκόπουλου, που φωτίζει τη σοβαρότητα και την τραγικότητα του Αναγνωστάκη ερμηνεύει ο Κώνσταντίνος Παλιατσάρας. Τίτλοι των τραγυδιών: Φίλοι ποθ φεύγουν, Ουρανός και δάσο; Πάψαν τα λόγια

 

Δημήτρης   Παπαδημητρίου – «Σκάκι»

Από την μουσική και τα τραγούδια στην τηλεοπτική σειρά Λόγω Τιμής (Polygram), το Σκάκι με τη φωνή του Γεράσιμου Ανδρεάτου αποτυπώνει έναν «αστικό» Αναγνωστάκη, της μετέωρης σχέσης και της αμφιβολίας.

Παράπλευρες αλλά πολύτιμες διαδρομές

Θεόφιλε, Θεόφιλε, στίχοι Αναγνωστάκη με το ψευδώνυμο Μίνως Αμαριώτης,
πρώτη ερμηνεία: Γιάννης Θωμόπουλος, στο δίσκο του Θέμη Ανδρεάδη Σαν ξαφνικό ταξίδι” (Δισκογραφικός Συνεταιρισμός Καλλιτεχνών)

 

Ο Ουρανός Σε μουσική των Αδελφών Κολοβού, με Δημήτρη Νικολούδη.

Ίσκιοι Βουβοί I–II

Σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη, τραγουδισμένα από τη Μαρία Φαραντούρη στο CD Άσματα.

Το 2025 κυκλοφορεί το ψηφιακό EP:
Mikis Theodorakis Sings 6 Poems by Manolis Anagnostakis.
Ο Θεοδωράκης τραγουδά ο ίδιος: Οι στίχοι αυτοί, Δρόμοι παλιοί, Όταν μιάν άνοιξη, Ήτανε νέοι, Μιλώ, Χάρης Είναι η πιο ανθρώπινη, πιο άμεση, πιο «γυμνή» συνομιλία των δύο δημιουργών. Ένα αποτύπωμα που έρχεται σαν επιστολή από έναν κόσμο που έχει ήδη χαθεί.

Γιατί τραγουδιέται ο Αναγνωστάκης;

Γιατί ο Αναγνωστάκης δεν έγραψε για να τραγουδηθεί. Και αυτό ακριβώς είναι που τον κάνει μελοποιήσιμο. Η ποίησή του: λιτή, υπαινικτική, γεμάτη παύσεις, βυθισμένη στη μνήμηδίνει στους συνθέτες χώρο — χώρο να κινηθούν, να μεταφράσουν, να δημιουργήσουν. Σε όλα τα μεγάλα μουσικά έργα που προέκυψαν, ένα πράγμα μένει σταθερό: η ποίηση του Αναγνωστάκη δεν μετατράπηκε σε ύμνο. Παρέμεινε ψίθυρος. Ένας ψίθυρος που όμως ταξίδεψε 50 χρόνια, και συνεχίζει να επιστρέφει.

 

 

Related Images:

Exit mobile version