Πριν από 6 χρόνια, ο Χρήστος Θηβαίος τραγούδησε, μελοποιημένα από τον Χάρη Κατσιμίχα 8 ποιήματα και θα μπορούσε να πει κανείς, ότι η επιλογή του τραγουδιστή ήταν ιδανική, μέχρι που πριν από μερικές μόλις μέρες εμφανίστηκαν τα ίδια τραγούδια, μπορώ να πω και σχεδόν τα ίδια playback, τραγουδισμένα από τον ίδιο τον Χάρη Κατσιμίχα. Αποδεικνύεται για μια ακόμη φορά, ότι ο κάθε δημιουργός είναι ο ιδανικός για τα δικά του τραγούδια. Πόσο μάλλον εν προκειμένω που ο Χάρης Κατσιμίχας είναι ιδιαίτερα καλλίφωνος και εκφραστικός.
Οι αδελφοί Κατσιμίχα Χάρης και Πάνος αποτελούν με βεβαιότητα μια ξεχωριστή περίπτωση στο ελληνικό τραγούδι έτσι όπως, αυτές τις μέρες εορτάζονται τα 40 χρόνια δημιουργικής τους παρουσίας. Άλλοτε με δραματικό τόνο κι άλλοτε με χιούμορ, ανέβασαν το επίπεδο της τραγουδοποιοίας, το επικοινώνησαν με τους τραγουδοποιούς από το διεθνές ρεπερτόριο και καθιερώθηκαν τόσο για την μελωδική και μουσική τους αξία, όσο και για την ξεχωριστή ποιητική τους δεινότητα. Παρόλα αυτά δεν είναι λίγες οι φορές, όπως εν προκειμένω, που χρησιμοποιούν στίχους ποιητών που εξυπηρετούν το τραγουδο-ποιητικό τους όραμα!
Δεν ξερω πως μπορεί να χαρακτηριστεί το γεγονός ότι όλα αυτά, και τα 8 τραγούδια, τα επανεκτελεί ο ίδιος ο δημιουργός τους, πάντως ενα ειναι βέβαιο ότι με τις ερμηνείες του αποκαλύπτονται, θετικά, μερικά ακόμη στοιχεία από τα τραγούδια αυτά!
Ας δούμε τι έγραφε ο Χάρης Κατσιμίχας και το σημείωμα της έκδοσης για την πρώτη κυκλοφορία των τραγουδιών, με τον Χρήστο Θηβαίο
Ο Χάρης Κατσιμίχας μελοποιεί 8 ποιήματα των εξαιρετικών ποιητών: Αργύρη Χιόνη,Γιάννη Βαρβέρη και Κώστα Παπαγεωργίου, τα οποία ερμηνεύει μοναδικά ο ΧρήστοςΘηβαίος.
«Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 … αρχές ’70, εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα, μία νέα γενιά ποιητών, που στις μέρες μας έχει πλέον καταγραφεί επίσημα σαν “η γενιά του ’70”. Σχεδόν όλοι απ’ την αρχή κιόλας, αρνήθηκαν πεισματικά να πιάσουν το νήμα από όπου το άφησαν οι προηγούμενοι.
Γύρισαν την πλάτη σε κάθε τι, που είχε σχέση με την παράδοση και έδειξαν μια σαφή προτίμηση σε πιο σκοτεινές φιγούρες (Καβάφη, Καρυωτάκη κλπ) καθώς και σε Αμερικανούς ομότεχνούς τους, όντας ταυτόχρονα επηρεασμένοι από τα αριστερά και λοιπά κοινωνικά κινήματα των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά και από το Μάη του ’68 στη Γαλλία. Η γραφή τους κοφτή, κάθετη και χωρίς ίχνος καλολογικού στοιχείου.
Λόγος αψύς, καταγγελτικός και συχνά συνθηματολογικός. Λίγο λίγο όμως, οδηγήθηκαν σε αδιέξοδο, και ήταν ολοφάνερο, ότι αυτό το “κίνημα” θα έσβηνε κακήν κακώς, εάν δε συνέβαινε κάτι, κυριολεκτικά δραματικό. Και πράγματι. Αυτό το κάτι, ήταν η πτώση της δικτατορίας του ’67. Και καθώς η ζωή της χώρας σταδιακά επανερχόταν στην κανονικότητα, η “γενιά του ’70” άρχισε να μην ετεροκαθορίζεται από την άχαρη και ανελέητη, εξωτερική πραγματικότητα. Οι ποιητές στράφηκαν σε μία καθαρά εσωτερική αναζήτηση και άρχισαν να περιπλανιούνται στους “κήπους των ψιθύρων”(που ήταν πάντα ο φυσικός χώρος των ποιητών). Και ξαφνικά, άνθισαν! Έγραψαν ποίηση ισχυρή, ζεστή και μεστή, που δεν έχει τίποτα να ζηλέψει, από τη μεγαλοσύνη ενός Ελύτη ή ενός Σεφέρη.
Οι αγαπημένοι μου από αυτούς τους ποιητές είναι ο Αργύρης Χιόνης, ο Γιάννης Βαρβέρης και ο Κώστας Παπαγεωργίου (..αυτοί οι τρεις υπέροχοι παραμυθάδες!). Έκανα ό,τι μπόρεσα για να τους τραγουδήσω. Ελπίζω με όλη μου την ψυχή, να το κατάφερα.»
Χάρης Κατσιμίχας 14 Νοεμβρίου 2019
Ξεχώρισα την μελοποίηση αυτή
Μουσική – ερμηνεία: Χάρης Κατσιμίχας
Ποίηση: Κώστας Γ. Παπαγεωργίου
Τα έπιπλα είναι υπάκουα ζώα στην αρχή
ακίνητα απ’ τη θέση τους σε παρακολουθούν,
ακίνητα, ακίνητα σε παρακολουθούν.
Τραβούν κινήσεις, μέλη, εικόνες απ’ το σώμα σου
ταΐζουνε μ’ αυτές τα ξύλινά τους σπλάχνα,
σ’ αποστηθίζουν μέσα στη γυαλάδα τους.
Τα έπιπλα είναι υπάκουα ζώα στην αρχή,
τα έπιπλα είναι υπάκουα ζώα στην αρχή,
τα έπιπλα είναι υπάκουα στην αρχή.
Όσο περνάει ο καιρός τα έπιπλα αγριεύουνε
ξυπνώ τις νύχτες, τρίζουν, γαβγίζουν σαν σκυλιά,
τα έπιπλα αγριεύουνε, με τον καιρό αγριεύουνε.
Ουρλιάζοντας γυρεύουν τη φωτιά
θέλουν να ξαναγίνουν δέντρα.
Η μνήμη τους κοιμάται πράσινη παντού,
ξυπνάει όταν τινάζει τα μαλλιά του ο ξυλοκόπος,
όταν τινάζει τα μαλλιά του ο ξυλοκόπος.